Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

Βότανα του Βερμίου: 74. Κολοκάσι

Μ
ετά το «εκλογικό» διάλειμμα, η στήλη μας επανέρχεται στους κανονικούς ρυθμούς της, συνεχίζοντας το αφιέρωμα στη μεγάλη ποικιλία των φυτών του Βερμίου μας. Σήμερα θα ασχοληθούμε με ένα πανέμορφο αγριολούλουδο με πολλές ίσως άγνωστες ιδιότητες, που
αυτές τις μέρες, στην αρχή του φθινοπώρου, στολίζει τους χωραφόδρομους στις πλαγιές του βουνού μας. Θα το συναντήσουμε στο δημοτικό δασάκι του Αγίου Νικόλαου, στα χωράφια της Στενημάχου και σε πολλές ακόμη περιοχές. Πρόκειται για το κολοκάσι, ένα φυτό με χαρακτηριστικά κίτρινα λουλούδια , που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ακόμη και σαν εδώδιμο.
Το επιστημονικό του όνομα είναι Ηλίανθος ο κονδυλώδης (Helianthus tuberosus) και μαζί με τον γνωστό μας Ηλίανθο (ηλίοσπορο) ανήκει στη μεγάλη οικογένεια των Σύνθετων (Compositae). Είναι πολυετές φυτό, με κονδυλώδη ρίζα . Ο τρυφερός βλαστός του μπορεί να φθάσει τα 3 μέτρα. Από αυτόν βγαίνουν τα σκουροπράσινα χνουδωτά λογχοειδή φύλλα του και στις άκρες του ή τις μασχάλες εμφανίζονται τα κίτρινα άνθη  σε σχήμα μαργαρίτας, τα οποία αποτελούνται από πολλά γλωσσοειδή πέταλα. Μοιάζουν λίγο με τα άνθη του ηλιόσπορου, όμως είναι αρκετά μικρότερα και στο κέντρο τους δεν έχουν τα γνωστά μας σπόρια.  Ο ηλίανθος είναι γνωστός και με διάφορα  άλλα ονόματα. Έτσι στην Κύπρο τον λένε γλυκοκολοκάσι, πορτοκολοκάσι ή κολοκάσι. Όμως δεν πρέπει να το μπερδεύουμε με το τροπικό κολοκάσι ή ταρό (Κολοκασία η εδώδιμος), το οποίο είναι εντελώς διαφορετικό φυτό και δεν φυτρώνει στα μέρη μας. Στην Κέρκυρα το λένε κανκιόφολα, καρτσόφολα ή καρκιόφλα. Ακόμη είναι γνωστό με το γαλλικό όνομα  τοπιναμπούρ (topinabour), με το όνομα αγκινάρα της Ιερουσαλήμ και  μυρμηρινιά.
Η καταγωγή του φυτού είναι από την Αμερική. Μάλλον πρώτοι το καλλιεργούσαν οι ινδιάνοι για τους κονδύλους του. Άλλοι υποστηρίζουν ότι το καλλιέργησαν πρώτοι οι ινδιάνοι του Καναδά ενώ άλλοι της Βραζιλίας. Και στην Ελλάδα σε πολλά μέρη, κυρίως στην Κέρκυρα και στην Κύπρο οι πατάτες του χρησιμοποιούνται στην  μαγειρική, όπως οι αγκινάρες ή για σαλάτες. Είναι ιδιαίτερα γευστικές και θρεπτικές. Επίσης δεν περιέχουν άμυλο, αλλά μια ουσία που ονομάζεται ινουλίνη, την οποία μπορούν να καταναλώσουν άφοβα οι διαβητικοί, διότι είναι παρόμοια με τη φρουκτόζη. Επίσης αποτελεί άριστη τροφή για τα ζώα.

Τέλος το κολοκάσι με τα όμορφα άνθη του τα τελευταία χρόνια καλλιεργείται και πωλείται σαν καλλωπιστικό φυτό για να ομορφαίνει πάρκα, κήπους και ανθοδοχεία.

Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2015

Βότανα του Βερμίου: 73. Βελανιδιά


Η
 Βελανιδιά είναι ένα αιωνόβιο δένδρο που το συναντούμε στα δάση του Βερμίου καθώς και σε ολόκληρη την ηπειρωτική Ελλάδα. Είναι ένα φυτό με μεγάλη ιστορία και πολύτιμη αξία. Εμφανίστηκε στην Τριτογενή γεωλογική περίοδο, δηλαδή πολύ πριν από ένα εκατομμύριο χρόνια. Απολιθωμένα φύλλα βελανιδιάς συναντούμε ακόμη και στον τραβερτίνη (πωρόλιθο) της Νάουσας. Ήταν ιερό δένδρο των αρχαίων Ελλήνων και μάλιστα ο Δίας θεωρούνταν ο θεός της βελανιδιάς. Με φύλλα βελανιδιάς στεφάνωναν τους βασιλιάδες της Μακεδονίας, όπως μαρτυρούν και τα χρυσά στεφάνια που βρέθηκαν στους βασιλικούς τάφους της Βεργίνας. Μέσα στα δάση
βελανιδιάς ζούσαν οι Δρυάδες και οι Αμαδρυάδες. Τη βελανιδιά την συναντούμε και σε πολλούς μύθους και παραδόσεις ευρωπαϊκών χωρών, όπως της Νορβηγίας με τον βασιλιά Θορ, στη Βρετανία και άλλες Δυτικοευρωπαϊκές χώρες με τους Δρυίδες κ.λ.π.  Η μεγάλη αξία της προέρχεται τόσο από την αντοχή της και την αιωνόβια ηλικία της, όσο και από τα πολύτιμα υλικά που μας παρέχει. Τα υλικά αυτά δεν είναι μόνο η ξυλεία της, αλλά και πολλές ακόμη ουσίες οι οποίες χρησιμοποιούνται στη χημική βιομηχανία, στη βυρσοδεψία και στη φαρμακευτική.
Η Βελανιδιά  είναι γνωστή επιστημονικά με το όνομα Δρυς (Quercus). Ανήκει στη μεγάλη οικογένεια των Φηγίδων (Fagaceae) και συναντάται σε περίπου 300 είδη κυρίως σε περιοχές της εύκρατης ζώνης. Στην Ελλάδα έχουμε 13 είδη. Το πιο γνωστό είδος είναι η Δρυς η μακρολεπίς (Quarus macrolepis)  και η πυκνοβελονιά  (Quarcus frainetto). Στο ίδιο γένος ανήκουν και τα πουρνάρια (Δρυς η κοκκοφόρος), η φελλοφόρος Δρυς κ.λ.π. Τα περισσότερα είδη είναι φυλλοβόλα ή ημιαειθαλή. Ξεχωρίζουν από τα κυματοειδή φύλλα τους, παρόλο που υπάρχουν είδη με φύλλα που μοιάζουν της καστανιάς, και τους χαρακτηριστικούς καρπούς, τα βελανίδια. Έχουν αρσενικά άνθη που σχηματίζουν ίουλους, οι οποίοι κρέμονται στις μασχάλες των κλαδιών  και θηλυκά, τα οποία βγαίνουν ένα ή πολλά μαζί στις μασχάλες των φύλλων και αποτελούνται από κάλυκα με έξι λοβούς, ο οποίος καλύπτεται από βράκτια. Ο καρπός, το γνωστό βελανίδι αποτελείται από το ωοειδές καρύδι, το οποίο βρίσκεται μέσα στο κύπελλο, που με τη σειρά του αποτελείται από μικρά  λογχοειδή λέπια. Στα φύλλα πολλών βελανιδιών συναντούμε κάποια κόκκινα εξογκώματα, τα οποία δημιουργούνται από το τσίμπημα εντόμων και είναι πλούσια σε τανίνες. Το δένδρο φτάνει σε ύψος ακόμη και τα 50 μέτρα. Ο κορμός του περιβάλλεται από καστανοπράσινο ή φαιό φλοιό, ο οποίος έχει βαθιές σχισμές.
    Οι βελανιδιές έχουν μεγάλη οικονομική αξία, κυρίως για το ξύλο τους (δρένιο), το οποίο έχει σπουδαίες ιδιότητες, είναι ανθεκτικό σε μικρόβια, ελαστικό, βαρύ και χρησιμοποιείται στην επιπλοποιία, την οικοδομική, την ναυπηγική και φυσικά σαν καύσιμο είτε νωπό είτε σε μορφή κάρβουνου. Τα δάση δρυός στη χώρα μας καλύπτουν έκταση περίπου 7.000.000 στεμμάτων. Επίσης χρησιμοποιούνται ο φλοιός, τα κύπελλα και οι κηκίδες στην παρασκευή βαφών. Από κάποια είδη βελανιδιάς ο φλοιός χρησιμοποιείται για την κατασκευή φελλού.
Οι χημικές ουσίες που περιέχονται στο φλοιό, τα φύλλα και σε άλλα μέρη της βελανιδιάς, όπως τανίνες, γαλλικό οξύ κ.λ.π. έχουν πολύτιμες φαρμακευτικές ιδιότητες. Σκευάσματα από το φλοιό του δένδρου χρησιμοποιούνται σαν στυπτικά για να σταματούν οι αιμορραγίες, για τις αιμορροΐδες και τη φλεβίτιδα, για τη θεραπεία παθήσεων του πεπτικού (διάρροιες, δυσεντερία), για  την επούλωση εγκαυμάτων κ.λ.π. 

Στην αρχαία Ελλάδα, κυρίως στην Πελοπόννησο και σε κάποια νησιά, οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν στη διατροφή τους αλεύρι παρασκευασμένο από το άλεσμα των βελανιδιών, το οποίο περιέχει πολλές βιταμίνες, πρωτεΐνες, μέταλλα  και άφθονες φυτικές ίνες. Σήμερα αποτελεί άριστη τροφή για χοίρους και άλλα κτηνοτροφικά ζώα.

Βότανα του Βερμίου: 72. Σχίνος

Ο
 Σχίνος είναι ένας θάμνος που τον συναντούμε στις πλαγιές του Βερμίου μαζί με τις κουμαριές και τις βατομουριές, καθώς και σε ολόκληρη σχεδόν την Ελλάδα, τόσο στην ηπειρωτική, όσο και τη νησιωτική. Φυτρώνει σε όλα τα κλίματα και σε όλα τα εδάφη, ακόμη
 και τα αμμουδερά. Μάλιστα μια ποικιλία του είναι ο Σχίνος της Χίου γνωστός για την παραγωγή της μαστίχας.
Πρόκειται για το φυτό Πιστακία η λεντίσκος (Pistecia lentiscus), το οποίο μαζί με τη φιστικιά (Pistacia vera) ανήκει στη μεγάλη οικογένεια των Ανακαρδιίδων (Anacardiaceae). Είναι ένας αειθαλής θάμνος με ύψος που φθάνει μέχρι τα 6 μέτρα. Τα φύλλα του είναι σύνθετα και αποτελούνται από πολλά καταπράσινα αυγοειδή φυλλαράκια, γυαλιστερά στην επάνω πλευρά και θαμπά στην κάτω επιφάνεια..  Ο σκούρος κορμός και τα φύλλα του εκπέμπουν από μακριά μια υπέροχη μυρουδιά, χάρη στη ρητίνη που περιέχουν. Είδος ρητίνης είναι και η χιώτικη μαστίχα. Τα μικρά άνθη του βγαίνουν στις μασχάλες του φυτού σαν μπουκέτα. Τα αρσενικά άνθη είναι  κόκκινα, ενώ τα θηλυκά είναι κίτρινα. Είναι φυτό δίοικο. Οι καρποί του που βγαίνουν σαν μικρά τσαμπιά είναι στρόγγυλοι με διάμετρο περίπου 5 χιλιοστά, στην αρχή κόκκινοι και στη συνέχεια μαύροι.
Ο Σχίνος είναι γνωστός από την αρχαιότητα, τον χρησιμοποιούσαν οι μεγάλοι γιατροί Ιπποκράτης και Διοσκουρίδης, λόγω των πολλών και πολύτιμων ιδιοτήτων του. Εκτός από τις θαυματουργές ιδιότητες της μαστίχας, ο απλός σχίνος έχει ιδιότητες στυπτικές, αιμοστατικές, ηρεμιστικές, διουρητικές, αποχρεμπτικές κ.λ.π. Χρησιμοποιούνται η ρητίνη, η φλούδα του κορμού και οι καρποί σαν επουλωτικό, για γυναικολογικές παθήσεις, για παθήσεις του στομαχιού, των αυτιών, ακόμη και για δερματοπάθειες και την τριχόπτωση.
Οι καρποί του σχίνου τρώγονται από διάφορα ζώα. Επίσης χρησιμοποιούνται στην παρασκευή λικέρ, σαν αρωματικό σε διάφορα φαγητά κ.λ.π.
Το ξύλο του σχίνου είναι ευλίγιστο, γιαυτό χρησιμοποιείται για την κατασκευή μπαστουνιών (γκλίτσες) για καλάθια και άλλες κατασκευές.


Βότανα του Βερμίου: 108. Όνοσμα

Μ πορεί στη σχετική με τα βότανα της Ελλάδας βιβλιογραφία να αναφέρεται σαν φυτό της Στερεάς και Νότιας Ελλάδας, όμως, ό...